- microfibrille
- Медицина: микрофибрилла
Универсальный англо-русский словарь. Академик.ру. 2011.
Универсальный англо-русский словарь. Академик.ру. 2011.
microfibrille — ● microfibrille nom féminin Organite contractile des cellules de certains protistes, d aspect filiforme. (L ensemble des microfibrilles assure les changements de forme et de volume de la cellule.) … Encyclopédie Universelle
μικροϊνίδιο — το 1. βιολ. στοιχείο τού κυτταροσκελετού τών ζωικών και φυτικών κυττάρων 2. βοτ. ραβδόμορφη ή ταινιοειδής δομή ποικίλου μήκους και διαμέτρου 100 250 περίπου A, που είναι ορατή μόνο στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια ως προς το α… … Dictionary of Greek